Αρχαίες, βυζαντινές και λόγιες φράσεις στην Νέα Ελληνικη



Α

αβρόχοις ποσί: με στεγνά πόδια, μεταφ. χωρίς υλική ή ηθική ζημιά.
αγαθόν το εξομολογείσθαι: είναι καλό να εξομολογείται κανείς.
αγρόν ηγόρασε: αδιαφόρησε τελείως.
άγομαι και φέρομαι: είμαι έρμαιο στα χέρια κάποιου (παρασύρομαι).
άδυτον αδύτων: απόκρυφο, μυστικό και απρόσιτο μέρος.
αιδως Αργείοι: δεν ντρέπεστε επιτέλους;
αιέν αριστεύειν: πάντοτε ν’αριστεύετε.
αι γενεαί πάσαι: όλοι οι άνθρωποι.
αιχμή δόρατος: το ισχυρότερο σημείο.
άκρατος οίνος: ανόθευτο κρασί.
άκρον άωτον: αποκορύφωμα, ακρότατο σημείο.
άλλαι μεν βουλαί των ανθρώπων, άλλα δε Θεός κελεύει: άλλα τα σχέδια των ανθρώπων και άλλες οι θελήσεις του Θεού.
αλήστου μνήμης: αείμνηστος, αλησμόνητος.
άμοιρος ευθυνών: αμέτοχος ευθυνών.
αμ’έπος αμ’έργον: μόλις το είπε και το έκανε.
ανέκαθεν: από παλιά, εξαρχής, πάντοτε.
άνευ αποχρώντος λόγου: χωρίς σοβαρό λόγο.
ανάγκα και Θεοί πείθονται: μπροστά στην ανάγκη υποκύπτουν και οι Θεοί.
ανακρούω πρύμναν: οπισθοχωρώ κωπηλατώντας, υπαναχωρώ, κάνω στροφή.
αναξέω πληγάς: ξαναθυμίζω παλιά μίση.
ανά πάσαν στιγμήν: από στιγμή σε στιγμή.
άνευ αντικρίσματος: χωρίς πραγματική αξία.
ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος: ο τάφος των ένδοξων έχει οικουμενικότητα.
ανοίγω τους ασκούς του Αιόλου: δίνω αφορμή για να ξεχυθούν μύρια κακά.
αντίπαλον δέος: ανταγωνιστής, ισορροπία προερχόμενη από αμοιβαίο φόβο.
αντί πινακίου φακής: με αντάλλαγμα ένα πιάτο φακή για ασήμαντο ποσό.
αντί του μάννα χολήν: αντί ευγνωμοσύνης δείχνει κάποιος αχαριστία.
αντί πάσης θυσίας: με κάθε θυσία.
άνω ποταμών: μεταφ. εξωφρενικός, παράλογος.
άπαξ δια παντός: μια για πάντα.
απέχω παρασάγγας: απέχω πάρα πολύ.
απευκταιον: δυσάρεστο, συμφορά.
από καταβολής κόσμου: από τότε που πλάστηκε ο κόσμος, από παμπάλαιες εποχές.
απνευστί: χωρίς αναπνοή.
αποδιοπομπαίος τράγος: εξιλαστήριο θύμα.
από καθέδρας: με δογματικό ύφος.
αποκύημα φαντασίας: δημιούργημα της φαντασίας, ψέμα.
απολωλός πρόβατον: παραστρατημένος.
απορώ και εξίσταμαι: νιώθω ανέκφραστη έκπληξη.
αποχρωσαι ενδείξεις: επαρκείς ενδείξεις
από μηχανής Θεός: άνθρωπος ή μέσο που παρουσιάζεται απροσδόκητα και δίνει λύση στο αδιέξοδο.
άρδην: τελείως, συθέμελα.
άρχεσθαι μαθών άρχειν επιστήσει: αν μάθεις να κυβερνιέσαι θα μάθεις να κυβερνάς.
ασκαρδαμυκτί: χωρίς ανοιγοκλείσιμο των ματιών.
αφωνότερος ιχθύος: τελείως αμίλητος.
άχθος αρούρης: βάρος της γης, τελείως άχρηστος.
αχίλλειος πτέρνα: μεταφ. αδύνατο σημείο.


Β
βίας ανεόρταστος μακρά οδός απανδόκευτος: ζωή χωρίς γιορτές, μακρύς δρόμος χωρίς πανδοχείο.
βίος αβίωτος: ανυπόφορη ζωή.
βήμα σημειωτόν: με πολύ αργό ρυθμό.

Γ
γαία πυρί μιχθήτω: ας γίνουν τα πάντα άνω κάτω.
γη και ύδωρ: υποχώρησαν τελείως, σύμβολα υποταγής.
γηράσκω δ’αεί πολλά διδασκόμενος: γερνώ μαθαίνοντας, όσο γερνώ τόσο μαθαίνω.
γυναιξί κόσμον η σιγή φέρει: η σιωπή είναι στολίδι για τις γυναίκες.
γης Μαδιάμ: τα έκαναν άνω κάτω.
γνώθι σαυτόν: να γνωρίσεις τον εαυτό σου.
γόρδιος δεσμός: δυσεπίλυτο πρόβλημα.


Δ
δαμόκλειος σπάθη: απειλητικά.
δεί δε χρημάτων: υπάρχει ανάγκη χρημάτων.
διά βοης: με φωνή (όχι με ψηφοφορία).
διά γυμνού οφθαλμού: χωρίς βοηθητικά μέσα της όρασης.
διά ζώσης: προφορικά.
διά πυρός και ύδατος: μέσα από πολλές δυσκολίες.
δια πυρός και σιδήρου: επίτευξη στόχου με τη βία, εφαρμογή θεμιτών ή αθέμιτων μέσων.
διαρρηγνύω τα ιμάτια: διαμαρτύρομαι εντονότατα.
διέβην τον Ρουβίκωνα: πήρα μια παράτολμη απόφαση.
διεμερίσαντο τα ιμάτια: μοίρασαν τα πάντα, τα σκόρπισαν όλα.
δίκην Ποντίου Πιλάτου: ακολουθώντας την τακτική του Πιλάτου.
διυλίζοντες τον κώνωπα, την δε κάμηλον καταπίνοντες: επιμένουν σε ασήμαντα πράγματα και ανέχονται σοβαρότερα.
δούναι και λαβείν: δοσοληψίες.
δράξασθε παιδείας: εκμεταλλευτείτε κάθε ευκαιρία για μόρφωση.
δρακόντεια μέτρα: αυστηρά μέτρα.
δράττομαι της ευκαιρίας: αρπάζω την ευκαιρία.
δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται: όταν κάποιος δυστυχήσει, όλοι προσπαθούν να επωφεληθούν από τη δυστυχία του.
δώρον άδωρον: άχρηστο, ανώφελο.



Ε

εάλω η Πόλις: κυριεύθηκε η Πόλη, κάτι που χάθηκε άδοξα.
εγέρθητι-εγέρθητε: σήκω-σηκωθείτε.
εδέησε: έγινε δυνατό.
είθισται: είναι συνηθισμένο.
εική και ως έτυχεν: στην τύχη, στα τυφλά.
ειπα και ελάλησα, αμαρτίαν ουκ έχω: ξεκαθάρισα από πριν τη θέση μου, δεν έχω ευθύνη τώρα.
ειρήσθω εν παρόδω: ας πούμε με την ευκαιρία αυτή.
εις επήκοον: φανερά, να τ’ακούσουν όλοι.
εις το έλεος του θεού: αβοήθητος.
 εις μάτην: μάταια.
εις ώτα μη ακουόντων: σε αφτιά ανθρώπων που δεν ακούνε.
εις οιωνός άριστος αμυνεσθαι περί πάτρης: ένα είναι ο καλύτερος οιωνός, να υπερασπιζόμαστε την πατρίδα.
εις το διηνεκές: για πάντα.
εις τόν αιώνα τόν άπαντα: για πάντα.
εκάς οι βέβηλοι: μακριά οι μολυσμένοι.
εκατέρωθεν: και από τις δυο πλευρές, και από τα δυο μέρη.
εκάστος εφ’ω ετάχθη: καθένας για εκείνο για το οποίο είναι προορισμένος.
εκ βαθέων: από τα βάθη της ψυχής.
εκ βάθρων: ριζικά, από τα θεμέλια.
εκ διαμέτρου αντίθετος: εντελώς αντίθετος.
εκ παραδρομής: από απροσεξία, από αβλεψία.
εκ των ων ουκ ανευ: απαραίτητα ή αναντικατάστατα για κάτι.
εκων άκων: εκούσια ή ακούσια, θέλοντας και μη.
εκ περιτροπής: διαδοχικά, με τη σειρά.
εκ προμελέτης: προμελετημένα, προσχεδιασμένα.
εκ προοιμίου: εξαρχής.
εκ πρώτης όψεως: από την πρώτη ματιά.
εκ του μηδενός: από το μηδέν, από το τίποτα.
εκ του σύνεγγυς: από πολύ κοντά.
εκ του συστάδην: από κοντά.
εκ των ενόντων: με ό,τι υπάρχει.
εκ των προτέρων: από πριν
εκ των υστέρων: έπειτα.
ελαφρά τη καρδία: επιπόλαια.
εν δια δυοιν: ένα με δύο (σχήμα λόγου).
ένδον σκάπτε: εξέταζε βαθιά τον εαυτό σου, να μην είσαι ρηχός.
εν ειδει: με τη μορφή, με το σχήμα.
ενθάδε κειται: εδώ είναι θαμμένος.
ένθεν κακειθεν: από εδώ και από εκεί.
εν ευθέτω χρόνω: σε κατάλληλο χρόνο.
εν κατακλείδι: τελειώνοντας.
εν κρυπτώ (και παραβύστω): στα κρυφά (χωρίς διαφάνεια).
εν ου παίκτοις: να μην ασχολούμαστε επιπόλαια με σοβαρά θέματα.
εν ριπή οφθαλμού: ακαριαία, ξαφνικά.
εν τη γενέσει: στη γένεση, στην αρχή.
εν τη ρύμη του λόγου: στην ορμή του λόγου.
ενώπιος ενωπίω: πρόσωπο με πρόσωπο.
εν βρασμω ψυχης: σε στιγμή μεγάλης ψυχικής ταραχής.
εν εγρηγόρσει: έτοιμοι για κάθε ενδεχόμενο.
εν εναντία περιπτώσει: σε αντίθετη περίπτωση.
εν καιρω τω δέοντι: στη κατάλληλη ευκαιρία.
εν ολίγοις: με λίγα λόγια.
εν τη γενέσει: στα αρχικά στάδια.
εν χορω: όλοι μαζί.
εξεμέτρησε τό ζην: πέθανε.
εξ ιδίων (κρίνει) τά αλλότρια: λαμβάνοντας υπόψη τα δικά του κρίνει τα ξένα.
εξ οικείων τά βέλη: οι επιθέσεις προέρχονται από οικεία πρόσωπα.
εξ όνυχος του λέοντος: από κάποια μικρή ένδειξη φαίνεται ο χαρακτήρας κάποιου.
εξ αγχιστείας: συγγενικός δεσμός (? εξ αίματος).
εξ απαλών ονύχων: από μικρό παιδί, από νήπιο.
εξαπίνης: ξαφνικά, απροσδόκητα, απρόσμενα.
εξ ιδίων κρίνει τα αλλότρια: λαμβάνοντας υπόψη τα δικά του κρίνει τα ξένα.
εξις δευτέρα φύσις: η συνήθεια καταντά να γίνει δεύτερη φύση.
εξώλης και προώλης: φαύλος, ανήθικος, διεστραμμένος.
εξ ων συνετέθη: διαλύεται (στα αρχικά στοιχεία).
έξω του νυμφώνος: έξω από την ευτυχισμένη ομάδα, δηλαδή δε θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία που παρουσιάζεται.
επεα πτερόεντα: φτερωτά λόγια, λόγια του αέρα.
επί ξυρου ακμης: στην κόψη του ξυραφιού, σε κρισιμότατο σημείο.
επί παντός επιστητου: για κα΄θε ζήτημα (που μπορεί κανείς να μάθει)
επί τον τυπον των ήλων: δυσπιστία που απαιτεί απτή απόδειξη.
επί των επάλξεων: στο καθήκον, στις επάλξεις.
επ’ αυτοφώρω: τη στιγμή της διάπραξης του αδικήματος.
επί ίσοις όροις: με τις ίδιες προϋποθέσεις.
επί ποδός πολέμου: έτοιμοι για πόλεμο, σε συναγερμό.
επί τάπητος: υπό συζήτηση.
επί παντός επιστητου: για κάθε ζήτημα.
ερήμην: χωρίς να είναι παρών.
έρως ανίκατε μάχαν: έρωτα ανίκητε στη μάχη.
ες αύριον τα σπουδαία: ας αφήσουμε για αύριο τα πιο σημαντικά.
εστι δίκης οφθαλμός ος τα πανθ’ορα: υπάρχει το μάτι της δικαιοσύνης που βλέπει τα πάντα.
έτερον εκάτερον: άλλο το ένα, άλλο το άλλο.
ετράπη εις φυγήν: υποχώρησε.
ευήκοον ους: ακούω με ευνοϊκή διάθεση.
ευκταιον: ευχής έργα.
εφ’άπαξ: για μια φορά.
εφ’όλης της ύλης: πάνω σε όλες τις πτυχές.
εφ’όρου ζωης: για όλη τη ζωή.


Ζ
ζητειται και ευρήσετε: ζητάτε με επιμονή και θα το βρείτε.

Η
ήγγικεν η ώρα: έφθασε η ώρα.
ηθος ανθρώπω δαίμων: ο χαρακτήρας του ανθρώπου είναι η μοίρα του.
ήκιστα: ελάχιστα.
ηλίου φαεινότερον: σαφέστατον.
ήξεις αφήξεις: διφορούμενα πράγματα.
ήρξατο χειρων αδίκων: άρχισε πρώτος τις αδικοπραγίες.
ήσσονος σημασίας: μικρότερης σημασίας.

Θ
θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου: φύλαξε με Κύριε, να μην προφέρω κάτι κακό.
θύραθεν παιδεία: η ελληνική (ειδωλολατρική) παιδεία ? χριστιανική παιδεία.

Ι
ιδίοις όμμασιν: με τα ίδια του τα μάτια.
ιδίοις χερσίν: με τα ίδια μου τα χέρια.
ιδού ο άνθρωπος: να ποια είναι η κατάσταση του ανθρώπου.
ιδού δόξης στάδιον λαμπρόν: να πεδίο εξαιρετικά πρόσφορο για δράση.
ιθύνων νους: αυτός που διαδραματίζει καθοδηγητικό ρόλο.

Κ
καινά δαιμόνια: ριζοσπαστικές, νέες ιδέες.
καθ’έξιν: εκ συνήθειας (? κατά φύσιν)
καθεύδει υπό μανδραγόραν: κοιμάται ύπνο βαθύ, αδιαφορεί τελείως. [μανδραγόρας: υπνωτικό φυτό]
καλή τη πίστει: καλοπροαίρετα.
κατά μείζονα λόγο: πολύ περισσότερο.
κατά γράμμα: με απόλυτη προσήλωση στις οδηγίες, ακολουθώντας πιστά τις εντολές.
κατά διάνοιαν: κάτι που έχω ή περνά από το μυαλό μου.
κατά κόρον: με τρόπο υπερβολικό.
κατά συρροήν: για σωρεία.
κατά το δοκούν: κατά τη γνώμη του, αυθαίρετα.
κατά τό μαλλον η ηττον: λίγο-πολύ, περίπου.
κατ’ευφημισμόν: με ευοίωνο και όχι δυσοίωνο όνομα.
κατ’ιδίαν: ιδιαίτερα, χωρίς να περευρίσκονται άλλοι.
κατ’επίφασιν: φαινομενικά
κατόπιν εορτής: μεταφ. αργά πια.
κεκλεισμένων των θυρων: με κλειστές πόρτες, δεν επιτρέπεται η παρακολούθηση.
κομίζω γλαυκα ες Αθήνας: μιλώ για πολύ γνωστά πράγματα σαν να ήταν εντελώς νέα.
κοινή συναινέσει: με κοινή συγκατάθεση.
κρανίου τόπος: όπου η ζωή είναι πραγματική κόλαση.
κράτος εν κράτει: αυτοτελής ςξουσία μέσα στην κρατική εξουσία.
κύμβαλον αλαλάζον: μεταφ. λέγεται για άνθρωπο που απηχεί ξένες γνώμες άκριτα.
κύκνειο άσμα: τελευταία λόγια ή πράξεις κάποιου πριν πεθάνει.



Λ
λαμβάνει σάρκα και οστά: πραγματοποιείται, υλοποιείται.
λίθοι και πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμένα: πράγματα που βρίσκονται ή αφήνονται σε μεγάλη αταξία.
λόγος έργου σκιά: ο λόγος είναι η σκιά της πράξης.
λουκούλειο γεύμα: πλουσιοπάροχο γεύμα.
λυδία λίθος: το όργανο ή το μέσο με το οποίο δοκιμάζεται κάποιος ή κάτι.


Μ
μάννα εξ ουρανού: απροσδόκητο δώρο.
μάχαιραν έδωσες μάχαιραν λαμβάνεις: ό,τι κακό κάνεις, ίδιο κακό θα σε βρει.
με αδαμιαία περιβολή: ολόγυμνος
μέλας ζωμός: λιτότατο γεύμα.
μεριμνας και τυρβάζης περί πολλά: ενδιαφέρεσαι και ασχολείσαι με σωρό ασήμαντα πράγματα.
μετά βαΐων και κλάδων: θριαμβευτική υποδοχή.
μεταξύ σφύρας και άκμονος: ανάμεσα σε δυο κακά ή εμπόδια.
μεταξύ τυρου και αχλαδίου: ελαφρά, όχι επίσημη, συζήτηση.
μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας: στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου.
 μέχρις εσχάτων: ως το τέλος, ως το θάνατο.
μέχρι τρυγός: μεταφ. ως τον πάτο, ως το τέλος.
μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιει η δεξιά σου: να μη γνωρίζει το αριστερό σου χέρι τι κάνει το δεξί σου.
μηδέν άγαν: μην κάνεις τίποτα το υπερβολικό.
μηδένα προ του τέλους μακάριζε: μην καλοτυχίζεις κανένα πριν δεις το τέλος του.
μη δωτε το άγιον τοις κυσίν: μην περιφρονείτε πολύτιμα πράγματα, μην υποτιμάτε τα σπουδαία.
μη κρίνετε ινα μη κριθητε: μην κρίνετε τους άλλους για να μην κριθείτε και εσείς.
μη μου τους κύκλους τάραττε: μεταφ. μη με ανησυχείς, μη με σκοτίζεις.
μία χελιδών έαρ ου ποιει: ένα χελιδόνι δε φέρνει την άνοιξη.
μολών λαβέ: αφού έλθεις, παρ’τα, αν σου βαστάει η καρδιά σου έλα να τα πάρεις.
μούσαις Χάρισι θύε: στις μούσες και Χάριτες να θυσιάζεις.
μωραίνει Κύριος (λαόν) ον βούλεται απολέσαι: μωραίνει ο θεός αυτόν που θέλει να αφανίσει.


Ν
νίπτω τας χείρας μου: μεταφ. δεν έχω καμιά ανάμειξη, καμιά ευθύνη.
νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν: να ξεπλύνεις τις αμαρτίες σου, όχι μόνο το πρόσωπό σου.
νόστιμον ημαρ: ημέρα της επιστροφής (στην πατρίδα από τα ξένα).
νους υγιής εν σώματι υγιεί: ένα υγιές πνεύμα προϋποθέτει ένα υγιές σώμα.
νυν και αεί: τώρα και πάντοτε.
νυν υπέρ πάντων ο αγών: λέγεται όταν πρόκειται να τονιστεί η κρισιμότητα μιας προσπάθειας.


Ξ
ξόανο: ξύλινο ειδώλιο (χρησιμοποιείται ως βρισιά).

 Ο
ο αποθανών δεδικαίωται: τα σφάλματα του πεθαμένου συγχωρούνται.
ο γέγονε γέγονε: ό,τι έγινε έγινε.
ο γέρων δίς παις: ο ηλικιωμένος είναι δυο φορές παιδί
ο αναμάρτητος πρωτος τον λίθον βαλέτω: ο έτοιμος να καταδικάσει χωρίς να βλέπει τα δικά του αδικήματα.
οι καιροί ου μενετοί: οι περιστάσεις (καιροί) δεν επιτρέπουν αναβλητικότητα.
οινος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου: το κρασί ευφραίνει την ψυχή του ανθρώπου.
οκλαδόν: κάθισμα στο δάπεδο σταυροπόδι.
ο κύβος ερρίφθη: πάρθηκε η κρίσιμη απόφαση.
ο μή δαρείς ου παιδεύεται: αν δε φάει κανείς ξύλο, δε μαθαίνει γράμματα.
ο μη γένοιτο: πράγμα που εύχομαι να μη γίνει.
όμοιος ομοίω αεί πελάζει: κάνουμε πάντα παρέα με τους όμοιους μας.
όμφακες εισιν: είναι άγουρα.
ομφαλός της γης: κέντρο της γης.
ον οι θεοί φιλούσιν αποθνήσκει νέος: όποιον αγαπούν οι θεοί πεθαίνει νέος.
ο νοων νοειτω: αυτός που σκέφτεται έχει καταλάβει.
ο όφις μέ ηπάτησε: το φίδι με απάτησε (λέγεται όταν θέλουμε να ρίξουμε αλλού τις ευθύνες).
όπερ έδει δειξαι: αποδείχτηκε αυτό που έπρεπε να αποδείξουμε.
οπερ και εγένετο: πράγμα ακριβώς που πραγματοποιήθηκε.
όπου ου πίπτει ο λόγος πίπτει ράβδος: όπου δεν «πιάνει» ο λόγος πέφτει ξύλο.
όρθρου βαθέως: πολύ πρωί, πριν ακόμα ξημερώσει.
ο συ μισεις ετέρω μη ποιήσης: εκείνο που δε θέλεις να γίνει στον εαυτό σου μην το κάνεις σε άλλον.
ου γαρ έρχεται μόνο: λέγεται για το γήρας και τα δεινά που συνεπάγονται.
ουδείς εκών κακός: κανείς δεν είναι κακός με τη θέλησή του.
ουδείς προφήτης δεκτός εν τη πατρίδι αυτου: η αξία ενός ανθρώπου συνήθως δεν αναγνωρίζεται στον τόπο του.
ουδέν κακόν αμιγές κακου: κανένα κακό δεν υπάρχει που να μη συνεπαγεται από κάτι το καλό.
ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιον: τίποτα δεν μπορεί να παραμείνει κρυφό για πάντα.
ούδ’επί στιγμήν: ούτε για μια στιγμή.
ουκ αν λάβοις παρά του μή έχοντος: δε θα μπορούσες να πάρεις από εκείνον που δεν έχει.
ουκ εν τω πολλω το ευ : η ποιότητα δε βρίσκεται στην ποσότητα.
ου με πείσεις καν με πείσης: δε θα με πείσεις, έστω κι αν με πείσεις.
ους ο θεός συνέζευξεν, άνθρωπος μή χωριζέτω: όποιους ο θεός  ένωσε με τα δεσμά του γάμου, ας μην τους χωρίσει κανένας άνθρωπος.
ούτως ειπειν: για να μιλήσουμε έτσι, δηλαδή.
οψόμεθα ες Φιλίππους: θα λογαριαστούμε.
οφθαλμοί ακριβέστεροι μάρτυρες των ωτων: τα μάτια είναι πιο ακριβείς μα΄ρτυρες απο τα αυτιά.

Π
παίζομεν εν ου παικτοις: ασχολούμαστε επιπόλαια με σοβαρά θέματα.
πάθει μάθος: μαθαίνουμε παθαίνοντας.
πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα: όλα τα ανθρώπινα πράγματα είναι μάταια.
πάντα ρει: τα πάντα μεταβάλλονται, τίποτα δε μένει αναλλοίωτο.
πανταχού παρών: που βρίσκεται παντού.
παρελθέτω απ’εμου τό ποτήριον τουτο: μακάρι ν’αποφύγω αυτή τη δοκιμασία, να μην υποστώ αυτό το μαρτύριο.
παρά πασαν προσδοκίαν: ξαφνικά, αναπάντεχα.
παρ’αξίαν: χωρίς ν’αξίζει, αναξιοκρατικά.
παρά θιν’ αλός: στην ακρογιαλιά.
παρανάλωμα πυρός: κάηκε ολότελα.
παρρησία: με θάρρος, ανυπόκριτα.
πάταξον μέν άκουσον δέ: χτύπησε με αλλά άκουσέ με.
πενία τέχνας κατεργάζεται: η φτώχια εφευρίσκει κάθε είδος τέχνης.
περί ανέμων και υδάτων: για άσχετα πράγματα.
περί άλλα τυρβάζη: για άλλα (άσχετα) ασχολείσαι (όχι για αυτά που πρέπει).
περί ορέξεως ουδείς ο λόγος: μη ρωτάτε για όρεξη? έχουμε μεγάλη.
περί όνου σκιας: για ασήμαντα πράγματα.
περί ου ο λόγος: το προκείμενο θέμα.
πλειστάκις: πάρα πολλές φορές.
πλανωμαι πλάνην οικτράν: έχω εσφαλμένη εντύπωση για κάτι, έχω ξεγελαστεί.
πνέει τα λοίσθια: είναι ετοιμοθάνατος.
πνέω (τα) μένεα: είμαι φοβερά θυμωμένος, διακατέχομαο από οργή.
πόθεν έσχες: από πού τα απόκτησες.
ποιει τήν νησσαν: κάνει την πάπια, κάνει πως δεν καταλαβαίνει.
ποιον σε έπος φύγεν έρκος οδόντων; : πως τόλμησες να προφέρεις ένα τέτοιο λόγο;
πόλεμος πατήρ πάντων: ο πόλεμος είναι ο πατέρας όλων, ο ανταγωνισμός είναι η πηγή όλων.
πολλά τά δεινά κουδέν ανθρώπου δεινότερον πέλει: πολλά είναι τα θαυμαστά μα τίποτε πιο θαυμαστό από τον άνθρωπο.
που τήν κεφαλήν κλίνη: που να γείρει το κεφάλι, που να στεγαστεί, που να στηριχτεί.
πρίν αλέκτορα φωνησαι: πριν να λαλήσει ο πετεινός, σε πολύ χρονικό διάστημα.
πρό ημερησίας διατάξεως: πριν από την ημερήσια διάταξη, πριν από το καθορισμένο πρόγραμμα.
πρός άγραν: για κυνήγι, για να περισυλλέξει.
πρός άγραν ψήφων: για συλλογή ψήφων.
πρός επίρρωσιν: για ενίσχυση.
πρός κέντρα λακτίζεις: κλωτσάς στα αγκάθια, ματαιοπονείς.
πρός τό θεαθηναι: για λόγους επίδειξης, για τα μάτια του κόσμου.
πρόσω ολοταχως: εμπρός με όλη την ταχύτητα.
προφάσεις εν αμαρτίαις: προφάσεις προς δικαιολόγηση ολισθημάτων, εύσχημες δικαιολογίες.
πρωτος τη τάξη: πρώτος στην ιεραρχία.
πυρ, γυνή καί θάλασσα: τα τρία φοβερότερα κακά στον κόσμο.
πύρρειος νίκη: νίκη με τεράστιες απώλειες, ισοδύναμη με ήττα.
πυρ και μανία: έξαλλος από θυμό.
πτωχός το πνεύματι: αφελής.


Ρ
ρόδον τό αμάραντον: λέγεται για κορίτσι αθώο και ανοιχτόκαρδο.

Σ
σαρδόνιο γέλιο: ειρωνικό γέλιο.
σημα κατατεθέν: επίσημο γνώρισμα ενός προϊόντος.
σολομώντειος λύση: η μέση λύση που ικανοποιεί όλους.
σοφόν τό σαφές: η σαφήνεια αποκαλύπτει τη σοφία.
σπεύδε βραδέως: προχώρα γρήγορα και δυναμικά αλλά με προσοχή.
στεντορία τη φωνη: με φωνή ισχυρή και βροντώδη.
στώμεν καλως: ας κανουμε το καθήκον μας.
συλλήβδην: συνολικά, συνοπτικά.
σύν Αθηνά καί χειρα κίνει: μαζί με τη βοήθεια του Θεού κατάβαλε κι εσύ προσπάθεια.
σύν γυναιξί καί τέκνοις: με τις οικογένειες.
συνημμένως: προσαρτημένα, μαζί.
σύν τη παρόδω του χρόνου: με το πέρασμα του χρόνου.
σωσίβιος λέμβος: σανίδα σωτηρίας.
σωτήριον έτος: τα χρόνια που αριθμούνται από τη γέννηση του Ιησού.

Τ
τ’αγαθά κόποις κτωνται: τα αγαθά τα αποκτά κανείς με κόπους.
τά άδυτα των αδύτων: τα κατάβαθα.
τά εν οίκω μή εν δήμω: τα προσωπικά θέματα δεν πρέπει να γίνονται δημόσια.
τά εξ αμάξης: «στολίζω» με βρισιές και προσβολές.
τανάπαλιν: το αντίστροφο, το αντίθετο.
τά του Καίσαρος τω Καίσαρι: πρέπει να αποδίδουμε στον καθένα ό,τι του αρμόζει.
ταυρος εν υαλοπωλείω: τα έκανε γυαλιά καρφιά.
τείνω ευήκοον ους: ακούω με ευνοϊκή διάθεση.
τετελεσμένον γεγονός: κάτι που δεν είναι δυνατό να ακυρωθεί.
τηδε κακεισε: εδώ κι εκεί, άνω κάτω.
τήν ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενος: προθυμοποιούμαι να κάνω κάτι που εξ ανάγκης θα το έκανα.
τηρεί σιγήν ιχθύος: δε μιλά καθόλου.
τί δέον γενέσθαι; : τι πρέπει να γίνει, τι επιβάλλεται να γίνει;
τιμης ένεκεν: για χάρη εκτίμησης.
τι τέξεται η επιούσα: τι θα φέρει το αύριο.
τι μέλλει γενέσθαι: τι πρόκειται να γίνει.
τις οίδεν: ποιος ξέρει.
τό δίς εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού: το να κάνει κανείς το ίδιο λάθος δύο φορές είναι ανόητο.
τό ζην επικινδύνως: το να ζεί κανείς επικίνδυνα.
το λακωνίζειν εστί φιλοσοφειν: το να μιλά κανείς με λίγα λόγια είναι δείγμα σοφού ανθρώπου.
τό μέν πνευμα πρόθυμον η δέ σάρξ ασθενής: λέγεται για κάποιον που θέλει να κάνει κάτι αλλά αδυνατεί βιολογικά.
τό μή χειρον βέλτιστον: από τα δύο κακά το λιγότερο χειρότερο είναι προτιμότερο.
τό πεπρωμένον φυγειν αδύνατον: είναι αδύνατο να ξεφύγει κανείς από τη μοίρα.
τό πυρ τό εξώτερον: τόπος βασανιστηρίων μετά θάνατον.
τό σιγαν κρειττον εστί του λαλειν: η σιωπή είναι καλύτερη από τη φλυαρία.
του λόγου το ασφαλές (ή το αληθές): η επιβεβαίωση (απόδειξη) του λόγου.
τουτέστιν μεθερμηνευόμενον: δηλαδή αυτό σημαίνει, δηλαδή με άλλα λόγια.
τραγέλαφος: μεταφ. πράγμα αλλόκοτο, υπόθεση περίπλοκη και αξεδιάλυτη, ακαταστασία, σύγχυση.
τρικυμία εν κρανίω: διανοητική σύγχιση, δεν ξέρω τι κάνω.
τρόπον τινά: κατά κάποιον τρόπο.
των οικιων ημων εμπιπραμένων ημεις άδομεν: ενώ τα σπίτια μας καίγονται, εμείς τραγουδούμε/ενώ καταστρεφόμαστε, εμείς αδιαφορούμε.
τω καιρω εκείνω: τον παλιό εκείνο καιρό.
τω όντι: πράγματι.

Υ
υπ’ατμόν: φεύγω, αναχωρώ.
υπεράνω της θελήσεώς μου: υπερβαίνει τη θέλησή μου.
υπερβαίνω τά εσκαμμένα: ξεπερνώ τα επιτρεπόμενα όρια.
υπέρ το δέον: περισσότερο απ’όσο χρειάζεται.
υπό εχεμύθειαν: με την προϋπόθεση της εχεμύθειας.
υπό μάλης: κάτω από τη μασχάλη.
υπό τά όμματα: μπροστά στα μάτια.
υπό τήν αιγίδα: κάτω από την προστασία.
υπό τήν αίρεσιν: με την επιφύλαξη, με την προϋπόθεση.
υπό τήν επήρειαν: κάτω από την επίδραση.
υπό τό κράτος της οργης: κυριευμένος από οργή.
υψηλη επιταγη: με άνωθεν εντολή.
υψίστης σημασίας: εξαιρετικής σπουδαιότητας.

Φ
φάσκω και αντιφάσκω: λέω και ξελέω.
φείδου χρόνου: να μη σπαταλάς το χρόνο σου.
φερ’ειπείν: παραδείγματος χάρη.
φίλος μέν Πλάτων, φιλτέρα δ’αλήθεια: αγαπητός είναι ο Πλάτων, πιο ωαγαπητή όμως η αλήθεια.
φοβου τούς Δαναούς και δώρα φέροντας: να φοβάσαι τους Δαναούς έστω κι αν έρχονται με δώρα (να φυλάγεσαι από τους εχθρούς σου κι από τα δώρα τους).
φύρδην μίγδην: ανάκατα, άνω κάτω.
φωνή βοώντος εν τη ερήμω: ό,τι και να πείς δεν θ’ακούσουν τίποτα.

Χ
χαίρετε καί αγαλλιασθε: εύχομαι χαρά και αγαλλίαση.
χαράς ευαγγέλια: ειδήσεις που φέρνουν μεγάλη χαρά.
χάρμα οφθαλμών: απόλαυση των ματιών.
χάριτι θεία: με θεία παρέμβαση, με θεία βοήθεια.


Ψ
ψηφος Αθηνας: αθωωτική ψήφος, αποφασιστική παρέμβαση για αθώωση κάποιου.

Ω
ώδινεν όρος καί έτεκεν μυν: υποσχέθηκε πολλά και μεγάλα και δεν έκανε τίποτα.
ως είθισται: καθώς συνηθίζεται.
ωσεί παρών: σαν να ήταν παρών.
ως εκ τούτου: για το λόγο αυτόν, επομένως.
ως επί τό πλειστον: τις περισσότερες φορές.
ως κόρη οφθαλμου: σαν κάτι το εξαιρετικά δύσκολο.
ως μη ώφειλε: ενώ δεν έπρεπε.
ω ξειν, αγγέλειν Λακεδαιμονίοις: ξένε, ανάγγειλε στους Λακεδαιμονίους.
ως πρόβατον επί σφαγήν: κάποιος αν και αθώος, οδηγήθηκε στο χαμό.

                                                   Faith and Race