Η Κυανόλευκη συμμαχία

Το πρώτο καλοκαίρι της Κατοχής, το 1941, προέκυψε ένα σοβαρό πολιτικοστρατιωτικό θέμα που ταλάνισε την τότε κυβέρνηση Τσολάκογλου. Αυτό είχε να κάνει με την συγκρότηση μιας Ελληνικής λεγεώνας εθελοντών που θα πολεμούσε στο πλευρό των Γερμανών στο ανατολικό μέτωπο κατά των σοβιετικών. Αυτό ήταν ιδέα του υποστράτηγου Γεώργιου Μπάκου, που ήταν υπουργός Εθνικής Αμύνης στην κυβέρνηση Τσολάκογλου. Ο Μπάκος ήταν σίγουρος για την γερμανική νίκη και θεωρούσε ότι η συγκρότηση του Ελληνικού εθελοντικού σχηματισμού θα ήταν ένα ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο για την Ελλάδα μεταπολεμικά, όταν πλέον θα είχε επικράτησει η Γερμανία. Επίσης πίστευε ότι θα βοηθούσε στο να γίνει ηπιότερη η γερμανική κατοχή. Ο πρωθυπουργός Τσολάκογλου δεν ήταν καθόλου θετικός σε αυτό το ενδεχόμενο και ήταν εξαρχής αντίθετος. Αντίθετα, άλλοι υπουργοί όπως π.χ. ο μετέπειτα πρωθυπουργός Λογοθετόπουλος, ή στρατιωτικοί όπως ο συνταγματάρχης Κουρκουλάκος ήταν υποστηρικτές της συγκρότησης της Κυανόλευκης Μεραρχίας. Η ιδέα της ελληνικής μεραρχίας ενθουσίασε τους Γερμανούς, οι οποίοι με καταχωρήσεις στον κατοχικό Τύπο άφηναν να εννοηθεί πως η λεγεώνα μετά τη “σίγουρη γερμανική νίκη” θα ήταν ένα σοβαρότατο επιχείρημα υπέρ της Ελλάδας. Προς αυτή την κατεύθυνση εργάζονταν και φιλογερμανικές οργανώσεις της Αθήνας και της συμπρωτεύουσας, τα κατοχικά Τρία Έψιλον και η ΕΣΠΟ. Συνήγορος στην προσπάθεια αυτή ήταν και ο ελληνομαθής Γερμανός στρατιωτικός ακόλουθος φον Κλεμ, ο οποίος είχε αγαστή συνεργασία με τον Μπάκο.








Έτσι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις και τις πληροφορίες που είχε συγκεντρώσει ο Τσολάκογλου τουλάχιστον 2.000 άνδρες είχαν εγγραφεί εθελοντές στη Θεσσαλονίκη για το Ανατολικό Μέτωπο, ενώ στην Αθήνα είχαν ετοιμασθεί 200 αιτήσεις για τη συγκρότηση της λεγεώνας.Τα περισσότερα ξενοδοχεία της περιοχής Ομονοίας στην Αθήνα ήταν τότε κατειλημμένα από εθελοντές που περίμεναν να εγγραφούν στους καταλόγους της ελληνικής λεγεώνας, ενώ υπήρχε ένα συγκροτημένο σώμα από φοιτητές και νεολαίους της Κρήτης που ανέμενε να αποσταλεί στο Ανατολικό Μέτωπο. Τα γραφεία ”εθελοντών ρωσικού Μετώπου” βρίσκονταν στο Σύνταγμα, στην οδό Φιλελλήνων.
Η ανταπόκριση λοιπόν, δεδομένων των συνθηκών, δεν ήταν καθόλου κακή και η προσπάθεια έδειχνε να καρποφορεί, αλλά η δεδομένη αντίθεση του Τσολάκογλου ήταν καταλυτική. Ήταν αποφασισμένος να ματαιώσει με οποιοδήποτε τίμημα την δημιουργία και την αποστολή της ελληνικής λεγεώνας. Γενικότερα, ο Τσολάκογλου δεν επιθυμούσε να μπλέξει την Ελλάδα σε περαιτέρω στρατιωτικές περιπέτειες. Παράλληλα είχε αρνηθεί να κυρήξει , έστω και για καθαρά τυπικούς λόγους, τον πόλεμο κατά της ΕΣΣΔ μετά την γερμανική εισβολή.
Έτσι, έβαλε ανθρώπους του και διοχέτευσαν στους Ιταλούς την "πληροφορία" ότι "οι προθυμοποιούμενοι δια να ενδυθούν και να εξοπλισθούν (σ.σ. της λεγεώνας) προτίθενται να λιποτακτήσουν εις τα βουνά δια να κτυπούν εκείθεν τους Ιταλούς κυρίως και δευτερευόντως τους Γερμανούς". Ο Ιταλός πρεσβευτής έντρομος έσπευσε να μεταβεί στη γερμανική πρεσβεία για να συζητήσει την αναβολή της αποστολής. Στις 12 Αυγούστου 1941 ο Αλτενμπουργκ τηλεγράφησε στο Βερολίνο για να πάρει τις τελικές οδηγίες σχετικά με τη συγκρότηση της Ελληνικής Λεγεώνας. Ανέφερε στους προϊσταμένους του στο Υπουργείο Εξωτερικών ότι “η Ελληνική Κυβέρνησις είχε προχωρήσει στις προετοιμασίες της τόσο, που μένει πλέον να κάνει την πρέπουσα διαφήμισιν μέσω του Τύπου για την δημιουργίαν της Λεγεώνας”.